Τίτλος: Mouchette
Σκηνοθέτης: Robert Bresson
Παραγωγή: 1967
Πώς γίνεται να διαφωνείς με τη σκηνοθετική προσέγγιση ενός σκηνοθέτη, αλλά παρ’ όλα αυτά να βρίσκεις αριστουργηματικές τις ταινίες του;
Αυτό ακριβώς συμβαίνει με εμένα και τον Bresson. Ιδού και η προσέγγιση και απόψεις του για το σινεμά με τις οποίες και διαφωνώ:
Ο Bresson έλεγε λοιπόν ότι δεν τον ενδιαφέρει να κάνει ένα είδος δραματικού θεάτρου με τις ταινίες του. Πίστευε ότι για το δράμα αρκεί το θέατρο, ενώ ο σκοπός του κινηματογράφου είναι να βρει νέους τρόπους να μιλήσει στον θεατή. Γι αυτό και η μουσική σπανίζει από τις ταινίες του, ή μάλλον είναι ελάχιστη. Σπάνια επίσης χρησιμοποιεί επαγγελματίες ηθοποιούς, ενώ επιμένει να γυρίζει κάθε σκηνή ακόμα και δεκάδες φορές, συχνά εξαντλώντας τους “ηθοποιούς” του. Σκοπός να κάνει τους τελευταίους να “ξεχάσουν” ότι υποδύονται κάποιον ρόλο. Το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά φυσικό είναι.
Που βρίσκεται λοιπόν η διαφωνία μου με το σινεμά του Bresson; Καταρχήν, πιστεύω ότι στο σινεμά ένας δημιουργός οφείλει να χρησιμοποιεί όλα τα τεχνητά μέσα που έχει στη διάθεση σου, για να φτιάξει κάτι πολυσύνθετο από τη στιγμή που έχεις αυτή τη δυνατότητα: φωτισμό, πολύπλοκες αλλαγές πλάνων, απαιτητικό μοντάζ, επαγγελματίες ηθοποιούς, σίγουρα μουσική (αυτή άλλωστε είναι και η μαγεία του σινεμά και η βασική διαφορά του από το θέατρο). Ο Bresson σχεδόν πάντα στήνει την κάμερα ακριβώς στο κέντρο του πλάνου, και από μέτρια ή κοντινή απόσταση, εστιάζοντας κατεξοχήν στον ηθοποιό. Είναι μία τεχνική που προσωπικά βρίσκω αποπνικτική — ομολογώ ότι μου λείπουν τα μεγάλα, πανοραμικά πλάνα και οι αργές λήψεις από απόσταση που συχνά σου δίνουν τη δυνατότητα να στοχαστείς και να κάνεις κάποια ανασκόπηση. Από την άλλη, με το να χρησιμοποιεί μη επαγγελματίες ηθοποιούς σε αποστασιοποιεί, κατά κάποιον τρόπο, από τους ήρωες του. Οι ερμηνείες τους είναι από αδιάφορες, ως υπερβολικές και απλά κακές (αν και, παραδόξως, κατά κάποιον τρόπο οι βασικοί πρωταγωνιστές καταφέρνουν να ξεχωρίσουν). Εν τέλει, νομίζω ότι ο Bresson με το σινεμά του καταφέρνει περισσότερο να αποδώσει αυτό που ακριβώς αποφεύγει: το θέατρο. Με την εστίαση στους χαρακτήρες, τον συχνά αφύσικο διάλογο, την στατική κάμερα, την υπερβολική ερμηνεία.
Κι όμως ξαναβλέποντας χθες το Mouchette του 1967, από τις καλύτερες δημιουργίες του Bresson, δεν μπορώ να κρύψω πόσο με άγγιξε. Ναι, όλα τα στοιχεία που με ενοχλούν στο σινεμά του ήταν εκεί. Όμως μόνο το βλέμμα της πρωταγωνίστριας είναι αρκετό για να σε πείσει για τις διαθέσεις του σκηνοθέτη.
Το σενάριο είναι διασκευασμένο από το μυθιστόρημα γάλλου συγγραφέα Georges Bernanos, το οποίο εκδόθηκε το 1937. Βασικά παρακολουθούμε την 14χρονη Mouchette (Nadine Nortier) να προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα σκληρό και άκαρδο κόσμο όλο υποκρισία. Η μητέρα της αργοπεθαίνει, ο πατέρας της αλκοολικός. Η ίδια η Mouchette είναι η μόνη που μπαίνει στο σχολείο με τα φτωχά και βρώμικα ρούχα της, γεμάτα τρύπες, σωστά κουρέλια. Η δασκάλα την εξευτελίζει. Οι συμμαθητές της την κοροϊδεύουν και γελάνε μαζί της. Η αντίδραση της Mouchette είναι να κρύβεται σε ένα χαντάκι πριν και μετά το σχολείο για να πετάει πέτρες και χώματα στις συμμαθήτριες της. Ή πριν μπει στην εκκλησία, να βουτάει επίτηδες τα παπούτσια της (παντόφλες είναι στην ουσία) στη λάσπη για να λερώσει το πάτωμα. Η Mouchette φαίνεται να μισεί τους πάντες εκτός από έναν: έναν επιληπτικό μεθύστακα που της ομολογεί ότι πιθανώς μες στη μέθη του να έχει διαπράξει φόνο (Jean-Claude Guilbert, από τους λίγους ηθοποιούς που εμφανίζονται σε ταινίες του Bresson). Αν και αρχικά θα της εμπιστευθεί τα πάντα, αργότερα ο ίδιος δεν θα διστάσει να της επιτεθεί. Η Mouchette παρ’ όλα αυτά θα τον βοηθήσει, του υπόσχεται να κρατήσει το μυστικό του, και ακόμα κι όταν αυτός προσπαθήσει να τη βιάσει, αυτή θα τον αγκαλιάσει εγκάρδια.
Η ταινία έχει πολλά επίπεδα, αλλά κυρίως λειτουργεί σαν μια χριστιανική παραβολή πάνω στην ανιδιοτελή αγάπη και τη σαθρότητα της κοινωνίας. Όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο κριτικός, Dennis Schwartz, δεν πρόκειται για μία ταινία που αφορά την Mouchette, αλλά όλη την ανθρωπότητα, τον καθέναν από εμάς. Γιατί, κακά τα ψέματα, λίγο-πολύ οι περισσότεροι από εμάς έχουμε παίξει και τους δύο ρόλους: από τη μία έχουμε υπάρξει σαν την Mouchette κάποια στιγμή, από την άλλη αποτελούμε μέρος μιας κοινωνίας που σαπίζει ηθικά και περιφρονεί κάθε Mouchette. Αν και δυστυχώς, στο τέλος, είναι λίγα οι άνθρωποι που έχουν το θάρρος και την τόλμη της νεαρής πρωταγωνίστριας: πραγματικά πιστεύω ότι αυτοί που μπορούν να κατανοήσουν τον ορισμό της ανιδιοτελής αγάπης (που είναι και η μόνη πραγματική αγάπη), είναι ελάχιστοι.
Δεν θα αναφερθώ στο συγκλονιστικό τέλος της ταινίας με όλη την απλότητα που το σκηνοθετεί ο Bresson, όχι για να μην αποκαλύψω τι συμβαίνει, αλλά για να αφήσω τον θεατή να βιώσει από μόνος του την αμεσότητα και ειλικρίνεια με την οποία ο σκηνοθέτης θα προσπαθήσει να επικοινωνήσει μαζί του. Τελικά, συνειδητοποιώ ότι ίσως εκεί να βρίσκεται και η δύναμη αυτού του σκηνοθέτη: στο γεγονός ότι αποφεύγει τελείως το δράμα: Το παραπάνω σενάριο ακούγεται σίγουρα μελοδραματικό. Όμως ο Bresson καταφέρνει να αποφύγει τελείως το συναίσθημα, για να φτάσει… στο συναίσθημα. Ότι είναι ένας ποιητής του κινηματογράφου το παραδέχομαι, κι ας έχω διαφωνήσει με τις τεχνικές τους (προσωπικά γούστα είναι αυτά άλλωστε, που αφορούν καθαρά την τεχνική του σκηνοθέτη): τόσο η σκηνή που η Mouchette ταΐζει το μωρό-αδερφό της, καδραρισμένη και φωτισμένη από τον φακό σαν μία Μαντόνα, όσο και η σκηνή με τα πτηνά στην αρχή και τα λαγουδάκια στο τέλος, επιβεβαιώνουν την ικανότητα μερικών σκηνοθετών να γράφουν ποίηση επί της οθόνης με τις πιο απλές τεχνικές (χωρίς το παραμικρό ειδικό εφέ ή καν μουσική).
Μία πολύ ανθρώπινη ταινία (και με την καλή και με την κακή έννοια) που σε αγγίζει σε πολλά επίπεδα και που ο καθένας οφείλει να δει με την πρώτη ευκαιρία, γιατί μας αφορά όλους.
Προσωπική Αξιολόγηση: 10/11
Πρωτοδημοσιεύθηκε: 12/06/09
Πάρα πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση. Ομολογώ πως την ταινία δεν την γνώριζα (και γενικά δεν γνωρίζω πολλά για τον Bresson). Πάντως εδώ “μυρίζομαι” ένα αριστούργημα. Θα σπεύσω να την δω όσο πιο σύντομα μπορώ!
Μόνο μια ταινία του Μπρεσόν έχω δει, και μάλιστα πριν από καμιά αιωνιότητα, το A MAN ESCAPED και θυμάμαι ότι μου άρεσε ιδιαίτερα.
Τον τελευταίο καιρό σκέφτομαι μήπως αρχίσω να “ξεθάβω” το έργο του, όπως και για καμιά άλλη δεκαριά “εκλεκτικών” σκηνοθετών (Γκοντάρ, Μαλίκ κ.α.).
Οι αυτοπεριορισμοί σε τεχνικά μέσα είναι ουσιαστικά αυτοί που ορίζουν το προσωπικό στυλ του κάθε καλλιτέχνη (σε κάθε μορφή τέχνης).
Δεν τον ξέρω αυτόν τον Bresson (ξέρω τον αγαπημένο φωτογράφο Henri Cartier-Bresson, χα!), αλλά μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον τύπος.
Ένιωσα μεγάλη ικανοποίηση διαβάζοντας αυτό το Post.Όταν οι περισσότεροι συμφοιτητές μου καταναλώνουν άπληστα και μακάρια τα σκουπίδια του Χόλυγουντ,ενώ νομίζουν ότι το μοντέρνο σινεμά άρχισε με τον Τρίερ και τον Ταραντίνο(sic!),το να διαβάζω την ανάρτηση ενός νέου ανθρώπου που ασχολείται με έναν τόσο "δύστροπο" κι ερμητικό κινηματογράφο και μάλιστα μ'έναν δημιουργό ξεχασμένο κι άγνωστο στην Ελλάδα,μου δίνει πραγματική χαρά! Η "Mouchette" είναι ένα αληθινό αριστούργημα! Για το τέλος δεν θέλω ούτε μπορώ να πω τίποτα,αφού το μόνο που αρμόζει είναι η σιωπή…
Απ'τον Bressson μου αρέσει πολύ επίσης τα "Στην τύχη ο Μπαλτάζαρ" και "Ο διάβολος,πιθανώς.."