To Lincoln in the Bardo δικαίως κέρδισε το φετινό βραβείο Booker. Έχει χαρακτηριστεί ως ένα «πειραματικό» μυθιστόρημα (έναν ορισμό με τον οποίο διαφωνώ για το συγκεκριμένο έργο, αφού συχνά η λέξη πειραματικός έχει αρνητική σημασία στις τέχνες). Ο Λίνκολν του τίτλου δεν αναφέρεται στον Αβραάμ Λίνκολν, τον γνωστό πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά στον μικρό γιο του, τον Γουίλι, που αρρώστησε και πέθανε απότομα σε ηλικία 11 ετών. Και bardo είναι, σύμφωνα με τη θιβετιανή παράδοση, η ενδιάμεση κατάσταση που ακολουθεί τον θάνατο, συγκεκριμένα το στάδιο αμέσως μετά τον θάνατο αλλά ακριβώς πριν τη μετενσάρκωση.
Το μυθιστόρημα αυτό είναι ένα αμάλγαμα: περιγραφές και διάλογοι σε μικρές παραγράφους συνοδευόμενες από τις βιβλιογραφικές αναφορές τους, αφού προέρχονται είτε από καταγεγραμμένα ιστορικά ντοκουμέντα, είτε από τις φανταστικές φωνές των πνευμάτων που είναι εγκλωβισμένα στο μεταθανάτιο στάδιο του bardo.
Ωστόσο δύο πράγματα πρέπει ξεκαθαριστούν: Πρώτον, αν και οι ιστορικές παραθέσεις αποτελούνται, συνήθως, από λίγες μόνο γραμμές και μπορεί να έχουν διαφορετικό ύφος, είναι τοποθετημένες με τέτοια σειρά που δεν δίνουν την εντύπωση μιας αποσπασματικής ανάγνωσης. Αντιθέτως, είναι λες και πρόκειται για αποσπάσματα γραμμένα από τον ίδιο συγγραφέα. Και εν μέρει είναι, κι αυτό με φέρνει στη δεύτερή μου παρατήρηση: ναι μεν ο Saunders χρησιμοποιεί ιστορικά ντοκουμέντα, αλλά δεν είναι όλα πραγματικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο αναγνώστης να μην είναι σίγουρος πάντα για το τι προέρχεται από αυθεντικές πηγές, τι είναι προϊόν της φαντασίας του Saunders και τι λένε οι νεκροί. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μερικές ιστορικές βιβλιογραφικές παραθέσεις είναι αντιφατικές μεταξύ τους, όπως στα πρώτα κεφάλαια όπου περιγράφεται η νύχτα που πέθανε ο μικρός Γουίλι και οι «πηγές» δεν μπορούν να συμφωνήσουν μεταξύ τους για το αν υπήρχε φεγγάρι εκείνη τη βραδιά ή όχι (παραδόξως επίκαιρο με όλη τη συζήτηση για τα fake news των καιρών μας). Τελικά υπήρχε ή όχι φεγγάρι εκείνη τη νύχτα; «I’m inventing these sources, but maybe you don’t know it,» όπως λέει ο ίδιος ο συγγραφέας σε συνέντευξη στην Moira Macdonald για την Seattle Times.
Μπορεί να ακούγεται μπερδεμένο, αλλά πραγματικά το βιβλίο διαβάζεται σαν ένα μυθιστόρημα με φυσιολογική ροή —σχεδόν ποτέ δεν υπάρχει λόγος να προσπαθείς να εξακριβώσεις αν οι παραπομπές είναι ιστορικές ή όχι— και μάλιστα είναι αρκετά εθιστικό. Κι αυτό γιατί η μυθοπλασία του Saunders είναι ταυτόχρονα συναισθηματικά φορτισμένη αλλά και χιουμοριστική.
Οι αναφορές στον πρόεδρο Λίνκολν να επισκέπτεται την κρύπτη του γιου του μες στη νύχτα και να παίρνει στην αγκαλιά του το άψυχο σώμα του, όπως επίσης η επιμονή του να μην «αφήσει» τον γιο του να πεθάνει, είναι ανατριχιαστικά ευαίσθητες στον ρεαλισμό τους. Δεν πρόκειται όμως για ένα δακρύβρεχτο μυθιστόρημα — το κάθε άλλο. Ο σαρκασμός και το χιούμορ του Saunders, ακόμα και όταν περιγράφει τις τραγικές (και πολλές φορές εξίσου συγκινητικές) ιστορίες των άλλων πρωταγωνιστών του βιβλίου, είναι διάχυτα.
Ένας από αυτούς τους πρωταγωνιστές είναι ο Hans Vollman, τυπογράφος στο επάγγελμα, γέρος κι άσχημος όπως περιγράφει τον εαυτό του. Παντρεύεται μία αρκετά μικρότερη του καλλονή και τη μέρα που επιτέλους, μετά από πολύ καιρό, πρόκειται να συνευρεθούν ερωτικά, ένα δοκάρι πέφτει από το ταβάνι του γραφείου του και τον τραυματίζει θανάσιμα. Έτσι μένει κι αυτός εγκλωβισμένος στο bardo, με μία μόνιμη σχεδόν στύση που απέκτησε πριν την πολυπόθητη ερωτική συνέυρεση, να αποτελεί έναν από τους βασικούς χαρακτήρες του βιβλίου.
Ο άλλος είναι ο Roger Bevins III, ο οποίος έκανε απόπειρα αυτοκτονίας έπειτα από μία ερωτική απογοήτευση. Αν και τελευταία στιγμή άλλαξε γνώμη και προσπάθησε να διασώσει τον εαυτό του, ήταν ήδη αργά: νεκρός, πλέον, περιπλανιέται στο bardo με πολλαπλά μάτια, διάφορα μέλη και παραμορφωμένο σώμα. Και όσο αστεία κι αν φαντάζουν αυτά (και μερικές φορές η αληθοφάνεια των περιγραφών είναι αυτή που τα καθιστά αστεία) δεν παύουν να εξιστορούν σπαραχτικές στιγμές από τις ζωές των «καταραμένων» αυτών υπάρξεων. Αναφέρω «καταραμένων» γιατί έτσι τουλάχιστον κάποιοι από αυτούς βιώνουν τον θάνατό τους, χρησιμοποιώντας συχνά τη λέξη αρρώστια και «αρρωστοκρέβατο» («sick-box» ή και «sick-cart» για να αναφερθούν στο νεκροκρέβατο ή στην νεκρική άμαξα που τους μετέφερε), καθώς και άλλες σύνθετες λέξεις που ο συγγραφέας επινοεί για να δώσει σάρκα στον ημι-άυλο κόσμο που δημιουργεί.
Είναι ένα σύγχρονο μυθιστόρημα που βασίζεται σε βικτοριανό διάλογο και ιστορικές περιγραφές —αληθινές και μη— και σε 166 διαφορετικές «φωνές» ή χαρακτήρες που είτε περνάνε βιαστικά είτε μένουν για λίγο σε αυτόν τον κόσμο των πνευμάτων. Κατά τη γνώμη μου, η δύναμή του δεν βρίσκεται στο νεωτερισμό του, αλλά στο τρόπο με τον οποίο ο Saunders καταφέρνει να αναπλάσει ένα παράλληλο σύμπαν πνευμάτων σε έναν μετα-ονειρικό κόσμο, ο οποίος ναι μεν είναι φανταστικός, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μία παράλληλη πραγματικότητα σε άλλη διάσταση. Αυτό άλλωστε είναι και το bardo του τίτλου.
Κι έπειτα είναι το συναίσθημα του βιβλίου, η ειλικρίνεια απόδοσης των ψυχών και των 166 χαρακτήρων που παρελαύνουν σαν να μας λένε ακούστε μας κι εμάς, αξίζουμε κι εμείς την προσοχή σας. Και πράγματι την αξίζουν: γι΄αυτή την ανθρωπιά των πνευμάτων (όσο παράδοξο κι αν ακούγεται) και τη διάθεση του συγγραφέα να βασιστεί μόνο σε ένα επίπονο γεγονός της ζωής ενός διάσημου ανθρώπου και να την παρουσιάσει με ειλικρίνεια στην έκφραση. Tο Lincoln in the Bardo του George Saunders είναι μία σημαντική προσθήκη στη σύγχρονη λογοτεχνία. Κυρίως όμως πρόκειται για ένα έργο βαθιά ανθρωπιστικό.
Το βίντεο της βράβευσης του συγγραφέα με το Man Booker Prize 2017:
ΥΓ. Το βιβλίο ο διάβασα στα αγγλικά. Στα ελληνικά το Lincoln in the Bardo κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ίκαρος σε μετάφραση του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη και με τίτλο «Λήθη και Λίνκολν». Από το γενναιόδωρο δείγμα στην ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου φαίνεται να είναι μια αρκετά προσεγμένη δουλειά (η πολυφωνία του έργου και το ιδιαίτερο στυλ θα πρέπει να καθιστούν το βιβλίο ένα ιδιαιτέρως δύσκολο εγχείρημα για κάθε μεταφραστή).
Συγγραφέας: George Saunders
Τίτλος: Lincoln in the Bardo
Έκδοση: Random House 2017
Στα ελληνικά:
Τίτλος: Λήθη και Λίνκολν
Μετάφραση: Γ. Ι. Μπαμπασάκης
Έκδοση: Εκδόσεις Ίκαρος
[…] Αναλυτική κριτική, στα ελληνικά, έχω γράψει εδώ. […]